Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀκριτί
ἀκριτόϐουλος
ἀκριτόδακρυς
ἀκριτό·ϐουλος,
ος, ον
[
ῐ
] inconsidéré,
Man.
4, 530
.
Étym.
ἄκριτος, βούλη
.