ἀπολλήγω

Ἀπολλινάριος

ἀπολλινᾶρις
Ἀπολλινάριος, ου () Apollinarios :
1 poète de l’Anthologie, Anth. 11, 399, 421 ||
2 autre, Plut. De Arat. sign. 6.