ἀρχιτέκτων

Ἀρχιτέλης

ἀρχιτελώνης
Ἀρχι·τέλης, ους, acc. ην () Arkhitélès, h. Plut. Them. 7 ; Luc. Scyth. 2, etc.
Étym. ἄρχω, τέλος.