δρυηκόπος

Δρυΐδαι

δρυΐνας
Δρυΐδαι, ῶν (οἱ) les Druides, prêtres gaulois, Str. 197, 198 ; DL. 1, 1 ; Clém. 1, 777 Migne ; sg. Δρυΐδης, Arstt. fr. 30.