Δημοσθενίζω

Δημοσθενικός

Δημοσθενικῶς
Δημοσθενικός, ή, όν, semblable à Démosthène, de Démosthène, DH. Rhet. 11, 10 ; Dem. 34, etc. ; Plut. Dem. c. Cic. 1 ; Lgn 12 ; etc.
Étym. Δημοσθένης.