Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
δημοσίως
Δημοστρατεία
Δημοστρατίς
*Δημοστρατεία,
seul.
dor.
Δαμοστρατεία
,
ας
(
ἡ
)
[
ᾰτ
] Damostrateia,
f.
Anth.
App.
313
.
Étym.
Δημόστρατος
.