Ἑρμόζυγος

Ἑρμοκαϊκόξανθος

Ἑρμοκλείδης
Ἑρμο·καϊκό·ξανθος, ου () [ᾱῑ] Hermo-Kaïko-Xanthos, exemple de composé emphatique, Arstt. Poet. 21.