Κάνθαρος

Κανθαρώλεθρον

κἄνθεν
Κανθαρ·ώλεθρον, ου (τὸ) [θᾰ] le Fléau des scarabées, lieu de Thrace, mortel pour les scarabées, Arstt. Mir. 120 ; Str. 330 ; Plut. M. 473e.
Étym. κ. ὄλεθρος.