Κρατίνειος

Κρατῖνος

Κράτιππος
Κρατῖνος, ου () [ᾰῑ] Kratinos (Cratinus) :
1 poète de l’ancienne comédie, Ar. Eq. 400, etc. ||
2 autres, Dém. 558, 6, etc.