Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Λεώδαμος
Λεώδοκος
Λεωκήδης
Λεώ·δοκος,
ου
(
ὁ
)
Léôdokos,
h.
A. Rh.
1, 119
.
Étym.
λεώς, δέχομαι
.