Μουνιχίαζε

Μουνιχίασι

Μουνιχιών
Μουνιχίασι, mieux que Μουνυχίασι, adv. à Munichie, sans mouv. Thc. 8, 92 ||
E Sur l’écriture Μουνιχίασι, v. Meisterh. p. 114, 3.
Étym. Μουνιχία.