Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Νικόδικος
Νικόδρομος
Νικόδωρος
Νικό·δρομος,
ου
(
ὁ
)
[
ῑ
] Nikodromos,
h.
Hdt.
6, 88
.
Étym.
νικάω, δρόμος
.