Φωκάα

Φωκαεύς

Φώκαια
Φωκαεύς, έως () att. c. Φωκαιεύς, Thc. 1, 13, etc. ||
E Plur. nom. Φωκαεῖς, Dém. Or. 40, 36 ; anc. att. Φωκαῆς, Thc. l.c.