Φωκαιῆθεν

Φωκαϊκός

φώκαινα
Φωκαϊκός, ή, όν, de Phocée, Str. 156 ||
E Dans les inscr. att. Φωκαϊκός, non Φωκαιϊκός, CIA. 2, 652, 5 (398 av. J.-C.) ; v. Meisterh. p. 26, 8.
Étym. Φώκαια.