πλατέα

Πλάτεα

πλατεῖα
Πλάτεα, ης () [ᾰτ] Platéa (auj. Barba’a) î. sur la côte de Libye ||
E Πλάτεα, ης, ῃ, αν, Hdt. 4, 151, 153, 156, 169.