πόρπαξ

Πόρπαξ

πορπάω-ῶ
Πόρπαξ, ακος () Porpax :
1 fl. près de Ségeste, en Sicile, El. V.H. 2, 33 ||
2 n. de chien, Xén. Cyn. 7, 5.