Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ῥοδόκισσος
Ῥοδόκλεια
ῥοδόκολπος
Ῥοδό·κλεια,
ας
(
ἡ
) [
ᾰ
] Rhodokleia,
f.
Anth.
5, 36, 73, 74
.
Étym.
ῥ. κλέος
.