Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Ταρπήϊος
Ταρπήϊος λόφος
ταρπήμεναι
Ταρπήϊος λόφος
(
ὁ
)
c.
Τάρπιος λόφος,
Plut.
Parall. min.
39
.
Étym.
Ταρπηΐα
.