ἀγριοκινάρα

ἀγριοκοκκύμηλα

ἀγριοκοκκυμηλέα
ἀγριο·κοκκύμηλα, ων (τὰ) prunelles sauvages, Diosc. 1, 174 ; Gal. 6, 357.