Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
αἰσχεόφημος
αἰσχημοσύνη
Αἰσχινάδης
αἰσχημοσύνη,
ης
(
ἡ
) honte,
Clém.
1, 453 Migne
.
Étym.
*αἰσχήμων,
d’
αἶσχος
.