Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
αἰθεροειδής
αἰθερολαμπής
αἰθερολογέω-ῶ
αἰθερο·λαμπής,
ής, ές,
qui brille dans l’air,
Man.
4, 29
.
Étym.
αἰθ. λάμπω
.