Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀλειπτέον
ἀλειπτήρ
ἀλειπτήριον
ἀλειπτήρ,
ῆρος
(
ὁ
) [
ᾰ
]
c.
ἀλείπτης,
Man.
4, 178
.