Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀμετάπλαστος
ἀμεταποίητος
ἀμετάπταιστος
ἀ·μεταποίητος,
ος, ον,
immuable,
Xénocr.
Al.
42
.
Étym.
ἀ, μεταποιέω
.