Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀπαρακολουθησία
ἀπαρακολούθητος
ἀπαρακολουθήτως
ἀ·παρακολούθητος,
ος, ον,
inconséquent, téméraire,
Bas.
1, 508
.
Étym.
ἀ, παρακολουθέω
.