Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀπαρατηρήτως
ἀπαράτιλτος
ἀπαράτρεπτος
ἀ·παράτιλτος,
ος, ον,
non épilé,
Ar.
Lys.
279 ;
Luc.
Salt.
5
.
Étym.
ἀ, παρατίλλω
.