Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀπερικαλύπτως
ἀπερικράτητος
ἀπερίκτητος
ἀ·περικράτητος,
ος, ον,
non maîtrisé,
Bas.
1, 876
.
Étym.
ἀ, περικρατέω
.