Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀποκαυλιστέον
ἀπόκαυλος
ἀπόκαυμα
ἀπό·καυλος,
ος, ον,
c.
ἄκαυλος,
Th.
H.P.
7, 2, 4
.
Étym.
ἀπό, καυλός
.