Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀπόκλεισις
ἀπόκλεισμα
ἀποκλεισμός
ἀπόκλεισμα,
ατος
(
τὸ
) prison,
Spt.
Jer.
29, 26
.
Étym.
ἀποκλείω
.