Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀποκλειστέον
ἀπόκλειστος
ἀποκλείω
ἀπόκλειστος,
ος, ον,
exclu,
d’où
enfermé,
Aqu.
1 Reg.
6, 20
.
Étym.
ἀποκλείω
.