Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀπρόρρητος
ἀπροσαγόρευτος
ἀπροσάρτητος
ἀ·προσαγόρευτος,
ος, ον
[
ᾰγ
] non mentionné,
Rhét.
4, 21 W.
Étym.
ἀ, προσαγορεύω
.