Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀριστερόφιν
ἀριστερόχειρ
ἀριστεύεσκε
ἀριστερό·χειρ,
ειρος
(
ὁ, ἡ
) [
ᾰ
] gaucher,
Syn.
160
b
.
Étym.
ἀριστερός, χείρ
.