Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀρτιθανής
ἀρτίκαυτος
ἀρτίκολλος
ἀρτί·καυτος
ou
ἀρτί·καυστος,
ος, ον
[
ῐ
] nouvellement brûlé,
Th.
Ign.
65
.
Étym.
ἄ. καίω
.