Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
χρηστοκαρπία
χρηστόκαρπος
χρηστολογία
χρηστό·καρπος,
ος, ον,
qui produit de bons fruits,
Str.
282
.
Étym.
ρ. καρπός
.