Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
διαχωρέω-ῶ
διαχώρημα
διαχώρησις
διαχώρημα,
ατος
(
τὸ
)
au plur.
excrément,
Hpc.
400, 16 ;
Str.
675
.
Étym.
διαχωρέω
.