Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
διατάσσω
διατατικός
διατατικῶς
διατατικός,
ή, όν
[
τᾰ
] urgent,
Pol.
Fr. gr.
38
.
Étym.
*διατατός,
vb. de
διατείνω
.