διατονθορύζω

διατονικός

διατονικῶς
διατονικός, ή, όν, diatonique, t. de mus. (v. διάτονος) A. Quint. p. 111 ; Nicom. Harm. 6, p. 248, l. 23 Jan, etc. ; Phil. 1, 321.