Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
δίεσις
διεσκεμμένως
διεσπαρμένως
διεσκεμμένως,
adv.
avec circonspection,
Xén.
Œc.
7, 18
.
Étym.
διασκέπτομαι
.