Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
διεστραμμένως
διεσφαλμένως
διετηρίς
διεσφαλμένως,
adv.
à tort, d’une manière fautive,
Arr.
Epict.
3, 23, 3
.
Étym.
διασφάλλω
.