ἐναντιότης

ἐναντιοτροπή

ἐναντιοτροπία
ἐναντιο·τροπή, ῆς () changement en sens contraire, Héraclite éph. fr. A, 1 (DL. 9, 7).
Étym. ἐναντίος, τρόπος.