ἐπίχαρις

ἐπιχάριτος

ἐπιχάριτται
ἐπιχάριτος, ος, ον [] c. ἐπίχαρις, Alciphr. 2, 4, 2 ||
Cp. -ώτερος, Xén. Cyr. 8, 2, 2 ; Conv. 7, 5.
Sup. -ώτατος, Xén. Œc. 7, 37.