Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
γράμμα
γραμμαδιδασκαλίδης
γραμμάριον
γραμμα·διδασκαλίδης,
ου
(
ὁ
) [
μᾰῐκᾰῐ
] maître d’école,
Timon
55, 2
(
Ath.
588
b
;
DL.
10, 2
).
Étym.
p.-ê. p.
*γραμμοδιδ.
;
cf.
γραμματοδιδάσκαλος
.