Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἑκατοντακάρανος
ἑκατοντακέφαλος
ἑκατοντάκις
ἑκατοντα·κέφαλος,
ος, ον
[
ᾰᾰ
] à cent têtes,
Jul.
Ep.
180
.
Étym.
ἑ. κεφαλή
.