ὁπωσδή

ὁπωσδήποτε

ὁπωσοῦν
ὁπωσ·δήποτε, adv. c. le préc. Dém. 30, 22, etc. Arstt. Nic. 13, 5, 14.
Étym. ὅ. δή, ποτέ.