Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ὑπαγωγίδιον
ὑπαγωγικός
ὑπαγώγιον
ὑπαγωγικός
ou mieux
ἐπαγωγικός,
ή, όν
[
ᾰ
] tiré en longueur,
DH.
Dem.
4
.
Étym.
ὑπαγωγός
.