Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ὑποκρέμαμαι
ὑπόκρημνος
ὑποκρητηρίδιον
ὑπό·κρημνος,
ος, ον,
un peu escarpé,
Str.
644
.
Étym.
ὑ. κρημνός
.