Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
καμινιαῖος
καμίνιον
καμινίτης ἄρτος
καμίνιον,
ου
(
τὸ
) [
ᾰμῑ
]
dim. de
κάμινος,
Geop.
2, 3, 9
.