καγχλάζω

κάγχρυ

κἀγώ
κάγχρυ, καγχρυδίας, καγχρύδιον, καγχρυόεις, κάγχρυς, καγχρυφόρος, καγχρυώδης, lis. κάχρυ, καχρυδίας, etc.