Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
καταπεφρονηκότως
καταπεφρονημένως
καταπήγνυμι
καταπεφρονημένως,
adv.
dans le mépris,
Chrys.
5, 129
.
Étym.
καταφρονέω
.