Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κατασιλλαίνω
κατασιτέομαι-οῦμαι
κατασιωπάω-ῶ
κατα·σιτέομαι-οῦμαι
[
ῑ
] dévorer,
Hdt.
1, 216 ;
DS.
3, 35
.