Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κατασκώπτω
κατασμικρίζω
κατασμικρολογέω-ῶ
κατα·σμικρίζω,
c.
κατασμικρύνω,
Arstt.
Nic.
8, 15 ;
Philod.
V. Herc.
1, p. 22
.